ΠΕΡΙ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΟΥ


Γράφει ο Απόστολος Καραΐσκος 
Πριν μερικές ημέρες, ο βουλευτής της ΝΔ κύριος Νικήτας Κακλαμάνης, προεδρεύοντας μιας συνεδρίασης του Κοινοβουλίου, «κατακεραύ­νωσε» τις καταγγελίες βουλευτών του Λαϊκού Συνδέσμου περί έλλειψης δημο­κρατίας στην ελεύθερη έκφραση ιδεών, διακηρύττοντας την άποψη ότι: «στη δημοκρατία που υπάρχει σήμερα στην Ελ­λάδα δεν διώκονται οι ιδέες».
Ακόμη όμως κι αν υπήρχε η παραμι­κρή αμφιβολία σε κάποιον για το αν διώ­κονται οι ιδέες σήμερα στο Ελλαδικό κράτος, η τελευταία ανακοίνωση της ΕΡΤ για επίσημα θεσμοθετημένη εφαρμογή λογοκρισίας στις ομιλίες στελεχών του Λαϊκού Συνδέσμου δεν αφήνει κανένα περιθώριο για αμφιβολίες ή παρερμη­νείες.
Για να μην αδικήσουμε όμως τον κύριο Νικήτα Κακλαμάνη, πρέπει να αναγνωρί­σουμε ότι υπάρχει πράγματι μια ελευθε­ρία λόγου και διακίνησης ιδεών στη ση­μερινή Ελλάδα, μια ελευθερία που ξε­περνά ακόμη και τα όρια της ασυδοσίας.
Πρόκειται για την ελευθερία να προ­παγανδίζεται ανεμπόδιστα η ομοφυλοφι­λία και άλλα παρόμοια «δημοκρατικά δι­καιώματα», τα οποία συνιστούν κοινές επιδιώξεις της Νέας Τάξης και της αριστεράς. Για την άσκηση όμως κριτικής σε αυτή την προπαγάνδα δεν προβλέπεται κανένα δικαίωμα από το νόμο, παρά μό­νο ποινικές διώξεις.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η κραυ­γαλέα αντιδιαστολή ανάμεσα στην θέση που διατύπωσε ο συγκεκριμένος κοινο­βουλευτικός άνδρας και στην ζοφερή πραγματικότητα των «δημοκρατικών ελευθεριών» που βιώνουν σήμερα οι Έλ­ληνες, είναι τόσο μεγάλη και προφανής, ώστε η αμφισβήτησή της να μην είναι άξια καν σχολιασμού ή κριτικής.
Αποτέλεσμα εικόνας για Νέα Τάξη και αριστερά;
Ποιος αποφασίζει;
Επειδή όμως η περίπτωση της ομοφυ­λοφιλίας είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα των θεμελιωδών μεταβολών που επιχειρούνται σήμερα δολίως και υπογείως σε δομικά στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας, αξίζει να διερευνηθεί το ερώτημα: από ποια δεδομένα του ελλη­νικού πολιτισμού προκύπτει και σε ποια χρονική περίοδο της ιστορίας του Ελλη­νισμού συναντάται ως αξιακό πρότυπο κοινωνικά αποδεκτό, ότι η υγιής σεξουα­λική συμπεριφορά του ανθρώπινου εί­δους δεν καθορίζεται και δεν κατηγοριο­ποιείται με βάση την διάκριση των δυο φύλων (άνδρα και γυναίκας), αλλά με βάση κατασκευασμένες από τον ανθρώ­πινο νου κατηγοριοποιήσεις φύλων;
Κατηγοριοποιήσεις οι οποίες σύμφωνα μάλιστα με τον διάσημο αμερικανό βιο­λόγο Κίνσεϋ, φθάνουν να κατατάσσουν τους ανθρώπους ανάλογα με τις σεξουα­λικές τους προτιμήσεις σε επτά κατηγορίες φύλα.
Και επιπλέον αν δεχθούμε ότι δεν ισχύει το κλασικό ελληνικό πρότυπο σε­ξουαλικότητας άνδρα γυναίκας, ποια εί­ναι αυτή η «αλάθητη καθέδρα» η οποία καθορίζει το σωστό και το λάθος στην νεοταξίτικη αριστερή πολυάριθμη διά­κριση των φύλων, την οποία υποτίθεται ότι προστατεύει ο αντιρατσιστικός νό­μος διώκοντας όποιον την αμφισβητεί, σαν μισαλλόδοξο;
Είναι αρκετό άραγε το ηθικό ανάστη­μα και η πολιτική αυθεντία κοινοβου­λευτικών ανδρών, και ανδρών του δημό­σιου βίου, όπως για παράδειγμα οι κύ­ριοι Νικήτας Κακλαμάνης και Γιώργος Καμίνης, για να συγκροτηθεί αυτή η «αλάθητη καθέδρα»; Αλλιώς πώς τεκμη­ριώνεται η ορθότητα επιλογής απόρρι­ψης του διαχρονικού ελληνικού πολιτι­στικού παραδείγματος και η υιοθέτηση του ξενόφερτου στο οποίο συμπίπτουν απόλυτα Νέα Τάξη και αριστερά;
Αποτέλεσμα εικόνας για στην Εκκλησία του Δήμου της αρχαίας ελληνικής πόλεως
Το μέλι και το φύλο
Αν κάποιος δηλαδή στην Εκκλησία του Δήμου μιας αρχαίας ελληνικής πόλεως έδειχνε στους συμπολίτες του ένα βάζο με μέλι (το παράδειγμα είναι του Δημό­κριτου) και τους έλεγε ότι το τρόφιμο αυ­τό έχει γεύση ξινή, όλοι θα απέρριπταν τον ισχυρισμό του γιατί όλοι γνωρίζουν ότι το μέλι είναι γλυκό. Και θα το απέρριπταν, όχι γιατί έτσι αποδείχθηκε σε κάποιο εργαστήριο ή γιατί έτσι αποφάσι­σε κάποιος που είναι πολύ σοφός ή για­τί έτσι το νομοθέτησε ένας αλάθητος νο­μικός, αλλά γιατί η γλυκιά γεύση του με­λιού συνιστά μια κοινή εμπειρία για όλους.
Δικαίωμα βέβαια του καθενός είναι να «ιδιάζει», να διατηρεί δηλαδή την διαφο­ρετική ατομική του πεποίθηση και εν προκειμένω να πιστεύει και να διατείνε­ται ότι το μέλι εν προκειμένω είναι ξινό. Δεν μπορεί όμως να κάνει νόμο την «ιδιωτεία» του και να την επιβάλλει στο κοινωνικό σύνολο σαν κοινή πεποίθη­ση, ποινικοποιώντας μάλιστα τη διαφω­νία.
Τώρα το ποια είναι η κοινή πεποίθηση των νεοελλήνων για το ζήτημα της ομο­φυλοφιλίας, μπορεί να το διαπιστώσει κανείς μέσα από τις ταινίες του ελληνι­κού κινηματογράφου, τις εποχές που η κριτική για το συγκεκριμένο θέμα δεν ήταν ποινικοποιημένη. Εκεί αποτυπώνε­ται με ενάργεια κάτι που επιγραμματικά θα μπορούσε να αποδοθεί με την φράση:
σέβομαι την επιλογή σου και την ιδιωτι­κή σου ζωή και δεν σε απομονώνω κοι­νωνικά. Όμως επειδή προφανώς πρό­κειται για «ιδιωτεία» δεν έχεις κανένα δι­καίωμα ούτε να την προβάλλεις σαν κά­τι το κανονικό, ούτε να απαιτείς νομικές κατοχυρώσεις θεσμικής φύσεως.
Κοντολογίς, όπως δεν μπορείς να δι­ατάξεις τον ήλιο να ανατέλλει από την Δύση, έτσι δεν μπορείς δια νόμου να υποχρεώσεις τους ανθρώπους να δε­χτούν ότι το μέλι είναι ξινό. Κατά την ί­δια έννοια όσες εικόνες και αν βάλει το Ελλαδικό κράτος στα σχολικά βιβλία με θέμα την οικογένεια, που να απεικονί­ζουν δυο άντρες με τα «παιδιά τους» ή δυο γυναίκες με τα «παιδιά τους», προ­σπαθώντας να «φυτέψει» στερεοτυπικά την έννοια της οικογένειας στο μυαλό των παιδιών, έτσι όπως την εννοεί η Νέα Τάξη μαζί με την αριστερά, θα αποτύχει. Τα πράγματα αυτά ορίζονται από τη φύ­ση τους και όχι γιατί έτσι τα όρισε η αν­θρώπινη διάνοια.
Κράτος και Πόλις Η κοινωνία του αληθούς
Ως πολιτισμός στον Ελληνισμό διαχρο­νικά ορίσθηκε η ιεράρχηση των ανθρώ­πινων αναγκών όχι με βάση την ικανο­ποίηση των ενστίκτων, αλλά με βάση τον τρόπο «του κατ’ αλήθειαν βίου». Και κατ’ αλήθειαν Βίο έχουμε όταν το αλη­θές πιστοποιείται εμπειρικά από το σύ­νολο των μετεχόντων, εις τρόπον ώστε «πάντες να ομοδοξούσι και έκαστος να επιμαρτυρεί». Για αυτό δημιούργησαν οι Έλληνες την «πόλιν», όχι για να εξυπη­ρετείται η κοινωνία της «χρείας» και του ενστίκτου, αλλά η κοινωνία του «αλη­θούς». «Το ζητείν πανταχού το χρήσιμον ήκιστα αρμόττει τοις μεγαλοψύχοις και τοις ελευθερίοις» (Αριστοτέλης).
Η πόλις δηλαδή για τον Έλληνα δεν εί­ναι τόπος αλλά τρόπος. Δεν έγινε για να εξυπηρετούνται καλύτερα οι ανάγκες των ανθρώπων ή ο καλύτερος καταμερι­σμός εργασίας, όπως θα έλεγε ο Μαρξ, αλλά για την αναζήτηση του αληθούς. Ο ιδιάζων δηλαδή λόγος του κάθε υπαρ­κτού να βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με την κοσμιότητα που αποπνέει ο λόγος της σχέσης του συνόλου των υπαρκτών. Και ως λόγος του κάθε υπαρκτού νοού­νται τα χαρακτηριστικά που το κάνουν να είναι αυτό που είναι.
Αποτέλεσμα εικόνας για Από την εκκλησία του Δήμου, στην εκκλησία του Χριστού
Από την εκκλησία του Δήμου, στην εκκλησία του Χριστού. Στη συνέχεια από την εκκλησία του Δήμου της ελληνικής «πόλεως», ο Ελλη­νισμός μεταβαίνει σύσσωμος στη εκκλησία του Χριστού. Οι δυο «εκκλησίες» του Ελληνισμού, ενώ εκκινούν από δια­φορετικές οντολογικές αφετηρίες, συ­μπίπτουν απόλυτα στο ότι κεντρική θέση και στις δυο έχει ότι το «αληθεύειν» δεν αναζητείται μέσα από την παρατήρηση και το πείραμα, αλλά μέσω του «κοινωνείν». Τίποτε στην εκκλησία του Χριστού δεν προκύπτει από ατομική πειθάρχηση σε νοητικές επιταγές. Όλα είναι μετοχή και σχέση η οποία κορυφώνεται στο δεί­πνο της Θείας Ευχαριστίας. Η ατομικότη­τα και η νοησιαρχία για τον αρχαίο Έλληνα σημαίνει ιδιωτεία και εκτροπή από τον «κατ’ αλήθειαν βίον». Ενώ για τον εκχριστιανισμένο Έλληνα σημαίνει άρ­νηση της αλήθειας που αποκαλύπτεται στον κόσμο από τον υποστατικό Λόγο του Θεού Πατρός, τον Ιησού Χριστό. Αρ­νηση αυτής της αλήθειας τον οδηγεί στη φθορά και το θάνατο. Πολιτισμός, λοι­πόν, για τον Έλληνα προ Χριστού, και μετά το Χριστό, σημαίνει απόσταση από το ένστικτο, και μετοχή στον τρόπο του «αθανατίζειν». Έτσι σφυρηλάτησαν οι αιώνες το ελληνικό πολιτιστικό παρά­δειγμα.
Τι είναι «αλήθεια»
Όλα αυτά όμως που όρισε ο Ελληνι­σμός και το πολιτιστικό του παράδειγμα, σήμερα, όχι απλά αμφισβητούνται, αλ­λά επιχειρείται η βίαιη αποδόμησή τους, ακόμη και η ποινικοποίησή τους, από την συνδυασμένη δράση των δυνάμεων του νεοφιλελευθερισμού και της αρι­στερός. Διότι για αυτούς η αλήθεια εί­ναι προϊόν φυσικής νοητικής ατομικής ικανότητας, ενώ η ελληνική άποψη συνιστά για αυτούς ιδεοληψία και δεισι­δαιμονία, εχθρό του «λογικού» και του «αντικειμενικά ορθού».
Ως αλήθεια για τους αριστερούς και τους νεοταξίτες ορίζεται το χρήσιμο και λογικό. Αυτό που κατακτιέται μέσω της ανθρώπινης διάνοιας και της επιστήμης. Της επιστήμης η οποία υποτίθεται ότι έχει απαντήσει σε όλα τα ερωτήματα ή που κάποτε θα απαντήσει. Και της ηθι­κής, η οποία αποκτά εγκυρότητα ή μέσω λογικών επιχειρημάτων ή διότι βεβαιώ­νεται από μια αυθεντία ή γιατί είναι πλειοψηφική ή γιατί προσπορίζει ωφελι­μότητα.
Η «έγκυρη» και «αντικειμενική» αυτή «γνώση» αποτυπώνεται σε ένα κοινωνι­κό συμβόλαιο. Μια σύμβαση που στο­χεύει στην θωράκιση-κατασφάλιση-οριοθέτηση των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών, στην «φυσιολογική» (γιατους νεοταξίτες-αριστερούς) προσπάθεια ενός εκάστου ατόμου να προσπορισθεί μεγαλύτερη ηδονή, χρήμα, κοινωνική καταξίωση και ό,τι άλλο ικανοποιεί τα ανθρώπινα ένστικτα.
Στο όνομα αυτού του «αντικειμενικά σωστού» και του «επιστημονικά αποδε­δειγμένου», διαπράχθηκαν τόσα εγκλή­ματα στην σύγχρονη ιστορία της ανθρω­πότητας. Πρόκειται για μια «άθλια γενιά αναθρεμμένη με λογική και Διαφωτισμό- «wretched generation of enlightened men», όπως θα γράψει ο Τόμας Έλιοτ στο ποίημα «Choruses from The Rock».
xrysh_aygh_orthioi
Απορρίπτουν με μίσος κάθε τι ελληνι­κό, φορτώνοντας στο ελληνικό πολιτι­σμικό παράδειγμα τις πάσης φύσεως ιδε­οληψίες, δεισιδαιμονίες, δεσποτισμούς, τυραννίες ιεροποιημένων παραγόντων, και όλα τα κακά της ανθρώπινης ιστορί­ας. Μέχρις ότου υποτίθεται ότι η ανθρώ­πινη διάνοια και η επιστήμη αποτίναξαν τον ελληνικό σκοταδισμό, και η ανθρω­πότητα κατέκτησε την αληθινή γνώση. Το αντικειμενικά σωστό και το επιστημο­νικά αποδεδειγμένο.
Γ ια αυτό χτυπούν με τέτοια λύσσα τον Ελληνισμό. Γ ια αυτό ο Κίσσιγγερ είπε τα γνωστά περί αναγκαιότητας να πληγούν: «η γλώσσα, η θρησκεία, η ιστορία, τα πολιτισμικά και πνευματικά του αποθέμα­τα».
Και πολλά ακόμη θα μπορούσε να προσθέσει κανείς για το θέμα. Η ουσία ωστόσο είναι ότι ο Ελληνισμός διανύει περίοδο βαθιάς σκλαβιάς, ίσως την χει­ρότερη στην μακραίωνη ιστορία του, δε­χόμενος συστηματική και πολυεπίπεδη επίθεση εξόντωσης, τόσο φυσικής, όσο και πολιτισμικής. Επίθεσης κατευθυνόμενης έξωθεν και υλοποιούμενης δυ­στυχώς από Έλληνες, οι οποίοι έχοντας προσχωρήσει στο στρατόπεδο εκείνων που επιχειρούν να μας αφανίσουν, εναλ­λάσσονται στην εξουσία με την βοήθεια των ξένων.
Όμως ο Ελληνισμός ζει και θα συνε­χίσει να ζει στους αιώνες. Γιατί, με τον Παρθενώνα και την Αγιά Σόφιά του, υμνεί την αρμονία αυτού του κόσμου- κόσμημα και δοξάζει την αλήθεια που είναι ο Δημιουργός του. Εμείς οι Έλλη­νες Εθνικιστές θα φροντίσουμε για αυ­τό.

Σχόλια